- συναλληλία
- η лог. взаимосвязь понятий
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
συναλληλία — η, Ν (λογ.) η ιδιότητα τών εννοιών που είναι συνάλληλες, η αμοιβαία σχέση τους, εφόσον υπάγονται στην ίδια ανώτερη έννοια, την υπερκειμένη. [ΕΤΥΜΟΛ. < συνάλληλος. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Θ. Λιβαδά] … Dictionary of Greek
συναλληλία — η (λογ.), σχέση δύο εννοιών που υπάγονται σε μια πλατύτερη έννοια, αλλά κανένα αντικείμενο της μιας δεν περιλαμβάνεται στο πλάτος της άλλης: Ανάμεσα στις έννοιες «ερμάρι» και «τραπέζι» υπάρχει σχέση συναλληλίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ЗИСИС — [греч. Ζήσης] Феодор (род. 20.01.1941), протопр., проф. богословского фак та Фессалоникского ун та им. Аристотеля, писатель и публицист. Род. в сел. Панайия на о ве Тасос, где служил священником его отец. В 1945 г., после окончания второй мировой … Православная энциклопедия